Υπόθεση
Ο Άλκης, γιος του αρχιτέκτονα Kώστα Δαιδάλου, είναι ένα παιδί αφοσιωμένο στον κόσμο των υπολογιστών και των ηλεκτρονικών παιχνιδιών. Ζει μια άνετη ζωή μαζί με τον πατέρα του, ενώ η μητέρα του έχει εξαφανιστεί πριν χρόνια. Μια μέρα ωστόσο εξαφανίζεται και η αγαπημένη του αδελφή, η Ελένη. Επικοινωνώντας μαζί του ηλεκτρονικά, ένα κορίτσι ισχυρίζεται ότι μπορεί να τον βοηθήσει να βρει την αδελφή του και του προτείνει μια συμφωνία. Εκείνος δέχεται και μπλέκει σ' ένα ασυνήθιστο κι επικίνδυνο παιχνίδι με περίεργους κανόνες. Η αναζήτηση θα τον οδηγήσει σε μία περιπέτεια μέσα από την οποία θα καταλάβει ότι η πραγματική ζωή δεν είναι οι υπολογιστές αλλά οι αληθινοί άνθρωποι, που σκέφτονται, αναπνέουν, αισθάνονται…
Χαρακτηριστικά
Εκδότης: Καστανιώτης
Συγγραφέας: Αλέξης Σταμάτης
Εικονογράφηση: Denis Lhomme
ISBN: 978-960-03-4820-0
Έτος 1ης Έκδοσης: 2008
Απόσπασμα
Έχουν περάσει τρεις μέρες. Η Ελένη είναι άφαντη. Την ψάχνουν παντού, αλλά μοιάζει σαν να την κατάπιε η γη! Ο Άλκης είναι ξαπλωμένος στον καναπέ, δείχνει πολύ στεναχωρημένος. Δεν μπορεί να το πιστέψει πως η κατάρα χτύπησε για δεύτερη φορά την οικογένειά του. Έχει μάθει τόσο καιρό να ζει χωρίς τη μάνα του, χωρίς όμως κανείς ποτέ να του έχει δώσει μια πειστική εξήγηση γιατί χάθηκε. Ίσως γι’ αυτό το έχει ρίξει τόσο πολύ στους υπολογιστές. Ίσως να του λείπει πολύ περισσότερο απ’ όσο φανταζόταν… Όσο είχε την Ελένη, τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα, αλλά τώρα…
Έχουν περάσει τρεις μέρες. Η Ελένη είναι άφαντη. Την ψάχνουν παντού, αλλά μοιάζει σαν να την κατάπιε η γη! Ο Άλκης είναι ξαπλωμένος στον καναπέ, δείχνει πολύ στεναχωρημένος. Δεν μπορεί να το πιστέψει πως η κατάρα χτύπησε για δεύτερη φορά την οικογένειά του. Έχει μάθει τόσο καιρό να ζει χωρίς τη μάνα του, χωρίς όμως κανείς ποτέ να του έχει δώσει μια πειστική εξήγηση γιατί χάθηκε. Ίσως γι’ αυτό το έχει ρίξει τόσο πολύ στους υπολογιστές. Ίσως να του λείπει πολύ περισσότερο απ’ όσο φανταζόταν… Όσο είχε την Ελένη, τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα, αλλά τώρα…
Γύρω από τον Άλκη είναι καθισμένα τρία κορίτσια. Είναι οι συμμαθήτριές του: η Λουκία, η Πόλυ και η Βίκυ. Ο Άλκης είναι πολύ αγαπητός στο σχολείο του. Πρώτος μαθητής, φασαριόζος και δυναμικός. Πρώτη φορά όμως οι φίλες του τον βλέπουν έτσι χάλια. Προσπαθούν να τον παρηγορήσουν. Η μια του χαϊδεύει τα μαλλιά, η άλλη του φτιάχνει προτοκαλάδα και η Τρίτη του ‘χει φέρει την αγαπημένη του σοκολάτα.
(για συνέχεια κάντε κλικ στο περισσότερα)
Η Λουκία τον πλησιάζει:
«Ήταν τόσο καλή η Ελενίτσα… Τόσο όμορφη… Και η καλύτερη μαθήτρια στο σχολείο… Το ξέρεις ότι με εμπιστευόταν εμένα η Ελένη; Μου ‘χε πει όλα της τα μυστικά. Κι είχε πολλά μυστικά… Κι εγώ φυσικά δεν έχω πει τίποτα».
«Ναι, Λουκία μου, γι’ αυτό τα ξέρει όλο το σχολείο τώρα», σχολιάζει η Πόλυ, που τη ζηλεύει.
«Μιλάς εσύ, Πόλυ; Εσύ που αντέγραφες απ’ την Ελένη σε κάθε διαγώνισμα;» λέει η Βίκυ, που ζηλεύει την Πόλυ.
«Βίκυ! Τι λες, απλώς δανειζόμουν καμιά φράση… Ε, τόσο έξυπνη που ήταν περίσσευε και μυαλό για εμάς τις χαζούλες! Αφού ξέρετε ότι δεν τα μπορώ τα μαθήματα… Έχει τόσα σίριαλ η τηλεόραση, πού να προλάβω…» δικαιολογείται η Πόλυ.
«Βέβαια, όλη μέρα η Πόλυ μπροστά στο χαζοκούτι. Και μιλάει κι από πάνω, που ό,τι φορούσε η Ελένη το έβαζε εκείνη την άλλη μέρα…» λέει η Λουκία, που ζηλεύει και την Πόλυ και τη Βίκυ.
«Είσαστε κι οι δύο ζηλιάρες. Εγώ είχα την καλύτερη σχέση με την Ελένη. Το ξέρετε ότι ερχόταν σπίτι μου και ζωγραφίζαμε; Είχαμε φτιάξει κι έναν πίνακα μαζί για ένα διαγωνισμό», λέει η Πόλυ, που προσπαθεί να βγάλει την ουρά της απ’ έξω.
Η Βίκυ όμως δεν την αφήνει έτσι:
«Εσύ καμιά μολυβιά θα ‘χες βάλει. Φαντάζομαι πως όλον η Ελένη θα τον έφτιαξε…»
«Ελάτε τώρα, η Ελενίτσα έχει εξαφανιστεί. Η δασκάλα χτες έλεγε ότι τέτοιο παιδί δεν έχει ξαναπεράσει απ’ το σχολείο», λέει η Λουκία.
«Ε, ναι, αλλά ήταν και λίγο νευρικιά… Κάποτε μου είχε σκίσει ένα τετράδιο», πετάει την μπηχτή της η Βίκυ, που πιο πολύ απ’ όλες ζηλεύει την Ελένη.
«Εκεί που είχες ζωγραφίσει τις καρδούλες για τον…» λέει η Λουκία, που κι αυτή πιο πολύ την Ελένη ζηλεύει.
«Ποια μιλάει… Να μην πω για τη φωτογραφία που έχεις στο δωμάτιό σου με κάποιον γνωστό μας…» της απαντάει εκνευρισμένη η Βίκυ και δείχνει τον Άλκη, που τόση ώρα δεν ασχολείται με καμιά τους.
«Σσσστ! Άμα συνεχίσεις, θα πω και για το γράμμα που ετοίμαζε η Πόλυ για τον…» λέει η Λουκία και δείχνει κι αυτή τον Άλκη.
«Αφήστε τα αυτά, κορίτσια, ο Άλκης είναι πολύ στεναχωρημένος…» λέει η Πόλυ, που αυτή να δείτε πόσο τη ζηλεύει την Ελένη.
Τόση ώρα ο Άλκης ούτε που τις ακούει. Το μυαλό του είναι αλλού. Οι τρεις κοπέλες σκύβουν από πάνω του:
«Πρέπει να το πάρεις απόφαση πια, Άλκη» - η Λουκία.
«Μη μένεις άλλο μέσα…» - η Βίκυ.
«Να ξανάρθεις στο σχολείο…» - η Πόλυ.
«Η ζωή συνεχίζεται, βρε Άλκη…» - η Λουκία.
«Δεν υπάρχει μόνο η Ελένη…» - η Βίκυ.
«Υπάρχουμε κι εμείς…» - η Πόλυ.
Ε, πια ο Άλκης γίνεται έξαλλος. Πετάγεται από τον καναπέ φωνάζοντας:
«Φύγετε, φύγετε! Ωραίες φίλες είσαστε εσείς. Ούτε στο νυχάκι της δε φτάνετε!» Και τις διώχνει κακήν κακώς.